"...Πιστεύω, ότι καμία εθνική και πολύ περισσότερο ευρωπαϊκή πολιτική που στοχεύει στη βελτίωση του επιπέδου ζωής των πολιτών δε μπορεί να είναι πραγματικά αποτελεσματική, εάν δε σχεδιαστεί εξ αρχής με την ενεργό και ισότιμη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης..."
*συνέντευξή μου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ερ.: Η ευρωομάδα του ΕΛΚ αναμένεται να αναδειχθεί και πάλι πρώτη δύναμη στο Ευρωκοινοβούλιο, όπου επίσης προβλέπεται άνοδος της ακροδεξιάς. Τι νομίζετε ότι μπορεί να κάνει η παράταξή σας για την «επόμενη μέρα» στην Ευρώπη και πώς θεωρείτε ότι θα αντιμετωπιστούν καλύτερα φαινόμενα ακραίας ριζοσπαστικοποίησης;
Απ.: Δε στέκομαι τόσο στην πρωτιά, όσο στον πυρήνα του ζητήματος που θέτετε. Το ΕΛΚ είναι η ομάδα των κατεξοχήν και χωρίς αστερίσκους ευρωπαϊστών αιρετών κι αυτό έχει τη μεγάλη σημασία.
Όχι απλώς μπορεί, αλλά οφείλει, κατ’ αρχάς, να πάρει πρωτοβουλίες ώστε το Ευρωκοινοβούλιο, ο κορυφαίος δημοκρατικός θεσμός της Ε.Ε., να αποκτήσει το ρόλο που δικαιούται στη διαμόρφωση των μεγάλων πολιτικών και στη λήψη των αποφάσεων, που, ως διαδικασίες, είναι αυτή τη στιγμή και σε μεγάλο βαθμό, θέμα μη εκλεγμένων ή ακόμη και άτυπων οργάνων.
Αναπόφευκτα, έτσι, η απόσταση μεταξύ κάποιων νομοθετημάτων της Ε.Ε. και των πραγματικών αναγκών -αλλά και δυνατοτήτων- των Ευρωπαίων πολιτών είναι, πολύ συχνά, χαώδης. Κι αυτή ακριβώς η δυσαρμονία είναι που τροφοδοτεί τις αποσχιστικές τάσεις και τη ριζοσπαστικοποίηση. Αυτή προσφέρει και μια επίφαση πολιτικού ρεύματος σε κάτι που, στην ουσία, είναι απλώς μια λαϊκιστική, μηδενιστική ρητορική διαμαρτυρίας, που, αντιφατικά και αυτοκαταστροφικά, ως μόνη λύση προτάσσει τη διάλυση!
Συνεπώς, αυτό είναι το δεύτερο χρέος του ΕΛΚ ως, κατά πάσα βεβαιότητα, ηγέτιδας δύναμης και στο νέο Ευρωκοινοβούλιο: να ξαναβάλει την Ευρώπη σε τροχιά ενοποίησης και, εν συνεχεία, διεύρυνσης, ό,τι κι αν χρειαστεί για να επιτευχθούν αυτοί οι δύο στόχοι. Το ΕΛΚ θέλει και μπορεί να φέρει τον Ευρωπαίο πολίτη στο επίκεντρο και θεωρώ ότι θα το πράξει.
Ερ.: Επειδή είχατε ενεργό ρόλο στην αυτοδιοίκηση, τι νομίζετε ότι πρέπει να αλλάξει στον τρόπο συνεργασίας με την κεντρική διοίκηση και δη σε ευρωπαϊκό επίπεδο ώστε να υπάρχουν απτά αποτελέσματα στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών, ανεξάρτητα με το αν ζουν στην Αθήνα ή σε ένα χωριό της Θράκης;
Απ.: Όχι μόνον ως αυτοδιοικητικός στη χώρα μας, αλλά και ως δύο φορές εκλεγμένος Αντιπρόεδρος στο Κογκρέσο Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης, έναν θεσμό που εκπροσωπεί 200.000 Δήμους και Περιφέρειες από 47 χώρες, έχω ξεκάθαρη άποψη για το θέμα.
Πιστεύω, ότι καμία εθνική και πολύ περισσότερο ευρωπαϊκή πολιτική που στοχεύει στη βελτίωση του επιπέδου ζωής των πολιτών δε μπορεί να είναι πραγματικά αποτελεσματική, εάν δε σχεδιαστεί εξ αρχής με την ενεργό και ισότιμη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Κι αυτό επειδή κάποια ζητήματα είναι όντως κοινά και μπορούν να αντιμετωπιστούν οριζόντια. Όμως, οι επιτυχημένες πολιτικές οφείλουν να είναι στοχευμένες και να λαμβάνουν υπ’ όψιν ότι όσα απασχολούν τον κάτοικο της Αθήνας, διαφέρουν σε πολλά σημεία απ’ όσα απασχολούν έναν κάτοικο της Θράκης ή της Σάμου. Αυτό δε μπορεί ποτέ να επιτευχθεί χωρίς να ξεκινήσει ως διαδικασία από την κάθε τοπική κοινωνία ως ξεχωριστό κύτταρο δημοκρατίας, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Συνεπώς, πάρα πολλά πρέπει να αλλάξουν στην όλη αλυσίδα “ Δήμοι - Περιφέρειες -Κεντρική Διοίκηση- Ευρωπαϊκοί Θεσμοί”.
Όπως συνηθίζω να λέω: “ πολιτική χωρίς τους πολίτες, δεν πρέπει να υπάρχει” κι αυτό μόνον μια πολύ αναβαθμισμένη και πολύ ενδυναμωμένη σε στελέχη και οικονομικούς πόρους Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να το επιτύχει.
Ερ.: Μπορεί η Ευρώπη να αλλάξει τη ζωή των πολιτών στις απομακρυσμένες περιφέρειες των κρατών-μελών της, και τι ρόλο μπορεί να παίξει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών;
Απ.: Βεβαίως και μπορεί, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών να παίζει, μάλιστα, πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτό. Η Ε.Ε. υπήρξε, από την κρίση και μετά, προσκολλημένη εμμονικά στη «δημοσιονομική σταθερότητα».
Αγνόησε, έτσι, μείζονος σημασία ζητήματα που, τώρα, μετά την πανδημία, τον πληθωρισμό, το ακριβό χρήμα, την εισβολή στην Ουκρανία, βρίσκει μπροστά της.
Ειδικά το αίσθημα ασφάλειας, η ευημερία και οι ίσες ευκαιρίες για τους ακρίτες και τους κατοίκους των απομακρυσμένων περιφερειών της είναι κομβικό ζητούμενο για την κοινωνική συνοχή -κατ’ επέκταση, λοιπόν και για την ενοποίηση και για τη διεύρυνση που, επίσης είναι αναγκαίο να προχωρήσουν το συντομότερο δυνατόν.
Ερ.: Νομίζετε πως είναι έτοιμη η ΕΕ για να κάνει πράξη την πρόταση που διατυπώνουν Μητσοτάκης-Τουσκ με επιστολή τους στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν;
Απ.: Απολύτως έτοιμη δεν είναι, διότι, όπως είπα και νωρίτερα, μείζονα θέματα όπως η ενιαία διπλωματική πολιτική, η επαναβιομηχάνιση της Ευρώπης, η αυτάρκεια σε κρίσιμες πρώτες ύλες, η ενεργειακή ασφάλεια, η τεχνολογική πρωτοπορία και, φυσικά, η άμυνα και η προστασία των συνόρων, θάφτηκαν κάτω από το βάρος μιας αποκλειστικά χρηματοοικονομικής επιδίωξης. Η οποία, όμως, επίσης δε έγινε, όπως θα έπρεπε, συνολικό όπλο της Ένωσης -μέσω, π.χ., ενός ευρωομολόγου, έστω ειδικού σκοπού, όπως η αμυντική θωράκισή της- αλλά ένα νομισματικό όπλο μόνον της Γερμανίας και των χωρών που την ακολουθούν τυφλά.
Η πρόταση Μητσοτάκη-Τουσκ, λοιπόν, έχει για μένα διπλή και βαθιά διορατική στόχευση. Διότι αν μπει μπροστά ως επείγον το ζήτημα της ενιαίας αντιαεροπορικής ασπίδας, αυτό μπορεί να γίνει ατμομηχανή για να προχωρήσουν γρήγορα και τα υπόλοιπα ζητήματα που οδηγούν σε μια γνήσια ομοσπονδοποίηση της Ε.Ε.
Διότι, μη γελιόμαστε: στο σημερινό γεωπολιτικό σκηνικό, η Ευρώπη, status σημαντικού παίκτη μπορεί να έχει μόνον ως ευρύς, αυθεντικός και ειλικρινής στις προθέσεις και στις ενέργειές του, συνασπισμός κρατών. Καμία εθνική οντότητα αφ’ εαυτής δε μπορεί να διεκδικήσει πλέον τέτοιο ρόλο σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά και σ’ έναν κόσμο με νεοφυείς και διαρκώς εναλλασσόμενους, συσχετισμούς οικονομικής, στρατιωτικής, ενεργειακής και τεχνολογικής ισχύος.
Ερ.: Μετέχοντας σ’ ένα ανταγωνιστικό ευρωψηφοδέλτιο όπως αυτό της ΝΔ, ποιο είναι για σας το στοίχημα των εκλογών της 9ης Ιουνίου αλλά και τι λέτε στους ανθρώπους στους οποίους απευθύνεστε για να τους εκπροσωπήσετε στο ευρωκοινοβούλιο;
Απ.: Το δεδομένο είναι ένα. Ότι αυτές οι Ευρωεκλογές κυριολεκτικά θα σηματοδοτήσουν σε μεγάλο βαθμό το αύριο της Ένωσης. Εν πολλοίς, το αν θα παραμείνει ζωντανή ή θα περάσει στην ιστορία ως φιλόδοξο και πανέξυπνο εγχείρημα που, όμως, απέτυχε εν τέλει και, μάλιστα, υπονομευμένο εκ των έσω, κατά κύριο λόγο.
Και, συνεπώς, το πρώτο στοίχημα είναι η συμμετοχή αυτή καθαυτή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία.
Το δεύτερο είναι ποιοτικό. Και είναι η συμμετοχή, αλλά με το βλέμμα στραμμένο σ’ ένα καλύτερο μέλλον μιας Ενωμένη Ευρώπης, πιο κοντά στον πολίτη και τις ανάγκες του και πιο προσηλωμένης στα ιδρυτικά της οράματα.
Όχι με το μυαλό επικεντρωμένο στα -πολλά, είναι η αλήθεια- λάθη που έχει ως τώρα κάνει η Ε.Ε. και τα οποία την έχουν καταστήσει στα μάτια πολλών έναν απρόσωπο και αδιάφορο, γραφειοκρατικό “ Λεβιάθαν”.
Θα ήθελα πολύ να μου δοθεί η ευκαιρία να αγωνιστώ στο Ευρωκοινοβούλιο γι’ αυτή την πρώτη εκδοχή της Ε.Ε. Ξέρω ότι μπορώ να το κάνω με αποτελεσματικότητα και συνέπεια.
Ερ.: Τελικά, «υπάρχει ορίζοντας για την Ευρώπη», για να δανειστώ τον τίτλο του βιβλίου σας;
Απ.: Κοιτάξτε. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης βρίσκεται στον πυρήνα της κοσμοθεωρίας και της σταδιοδρομίας μου. Οι σπουδές μου ήταν σ’ αυτό το αντικείμενο, ως νομικός πέρασα 14 χρόνια στο Ευρωκοινοβούλιο και στην Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, για το Κογκρέσο σας μίλησα ήδη...
Είμαι ενεργός ευρωπαϊστής, από τα 18 μου χρόνια, έως και σήμερα, χωρίς καμία διακοπή. Συνεπώς δε θα μπορούσα να καταθέσω τα όπλα τόσο εύκολα και να πω ότι όλα έχουν τελειώσει.
Ναι, λοιπόν. Παρά τα όποια μέχρι στιγμής λάθη, την αναβλητικότητα, την ατολμία, υπάρχει ορίζοντας. Και μπορεί να είναι φωτεινός. Αλλά όχι χωρίς να καταβληθεί έντονη και επίμονη προσπάθεια γι’ αυτό. Θα είναι μέγιστη τιμή μου να είμαι μέρος μιας τέτοιας προσπάθειας ως εκπρόσωπος της πατρίδας μας στο Ευρωκοινοβούλιο.